Σάββατο 20 Μαΐου 2017

Οι Πομάκοι - Ιστορία και Καταγωγή των Πομάκων



Οι Πομάκοι (βουλγαρικά: πομάτσι - πληθυντικό, και πομάκ – ενικό, Τουρκικά: Pomaklar / Πομακλάρ και «ΝΤΟΝΜΈ» dönme) είναι μία μουσουλμανική πληθυσμιακή ομάδα που μιλάει μία διάλεκτο της βουλγαρικής  και συγκεκριμένα την Πομακική γλώσσα . Η διάλεκτος αυτή χρησιμοποιείται στην οροσειρά της Ροδόπης, στη Βουλγαρια, από Βούλγαρους Χριστιανούς και από Βούλγαρους Μουσουλμάνους. Αυτή η διάλεκτος έχει το δικό της λεξικό και χρησιμοποιεί τα κυριλλικά γράμματα ως αλφάβητο της https://www.napenalki.com/glossary.html
Η γλώσσα των Πομάκων αναφέρεται ως παλαιοσλαβική (αλλιώς, αρχαία βουλγαρική ή εκκλησιαστική σλαβική), με πολλές τουρκικές λέξεις, λόγω της τουρκικής παρουσίας στα Βαλκάνια. Η γλώσσα αυτή αντιπροσωπεύει την πρώτη γραπτή φιλολογική μορφή σλαβικής γλώσσας και με τα αρχαϊκά χαρακτηριστικά της βρίσκεται πολύ κοντά στην κοινή σλαβική ή πρωτοσλαβική (στη γλώσσα δηλαδή εκείνη που αποκαθίσταται υποθετικά βάσει της σύγκρισης των παραδεδομένων σλαβικών γλωσσών.)
Σήμερα η πληθυσμιακή αυτή ομάδα είναι διασκορπισμένη μεταξύ Ελλάδος , Βουλγαρίας, ΠΓΔΜ, Τουρκίας και Αλβανίας. Η πλειοψηφία των Πομάκων συγκεντρώνεται στην Βουλγαρία. Οι Πομάκοι είναι Σουνίτες μουσουλμάνοι αλλά κυρίως στα πομακοχώρια του Έβρου και της ανατολικής Ροδόπης υπάρχουν οι Κιζιλμπάσηδες, μια αλεβίτικη αίρεση Μπεκτασήδων με ξεχωριστά πολιτιστικά χαρακτηριστικά και εκτιμάται ότι είναι το 5% του πληθυσμού των Πομάκων.



Όνομα
Η ετυμολογία της λέξης πομάκος δεν είναι ξεκάθαρη.
Για πρώτη φορά στην περιοχή της Razlog (Βουλγαρία), οι Βουλγαροι Χριστιανοί αποκαλούν τους Βούλγαρους που αρνήθηκαν το Χριστιανισμό με τη λέξη «Πομάκοι (πομάτσι)- πληθυντικό, και πομάκ – ενικό, δηλαδή με τη λέξη  «σέρνεται - pomaknaτ». Επειδή οι Πομάκοι ήταν εκείνοι που «pomaknale» κάποτε από της χριστιανικής πίστης, άνανδρα προσηλυτίστηκαν στο Ισλάμ, είτε επειδή δεν άντεξαν τις σφαγές και τη βία από τους Τούρκους δυνάστες, ή για να κρατήσουν την ιδιοκτησία τους, τις συζύγους και τα παιδιά από το να γίνουν Γενίτσαροι, ή αναζητούσαν «προστασία» από τους τουρκους Γιουρούκους κ.λπ.
Έτσι, ή άλλοι χριστιανοί της Βουλγαρίας τους ονόμασαν με τη λέξη «Πομάκ», επειδή ήταν «pomaknati» από  την χριστιανηκή πίστη και προσηλυτίστηκαν στο Ισλάμ.
«Apovtsi »- ήταν το όνομα των Χριστιανών που προσηλυτίστηκαν στο Ισλάμ στα Σκόπια (από την μεριά της Αλβανίας). Η ετυμολογία του ονόματος προέρχεται από την αλβανική λέξη για τον αδελφό. Θεωρείται δεδομένο ότι το όνομά τους δίνεται από τον γειτονικό αλβανικό πληθυσμό.
«Goriani» - ήταν το όνομα των Χριστιανών που προσηλυτίστηκαν στο Ισλάμ στο Μαυροβούνιο και στο Κοσσυφοπέδιο.
«Τορμπές και Dilsazi» - ήταν το όνομα των Χριστιανών που προσηλυτίστηκαν στο Ισλάμ στα Σκόπια.
«ΝΤΟΝΜΈ» (τουρκική dönme) - ήταν το όνομα των Χριστιανών που προσηλυτίστηκαν στο Ισλάμ στην Τουρκία.
Στην ελληνική βιβλιογραφία, έχει υποστηριχτεί πως ο όρος προέρχεται από την ελληνική γλώσσα. Παραδίδονται οι εκδοχές πως συνδέεται με την ονομασία αρχαίας θρακικής πόλης ή με τη λέξη πομάξ που δηλώνει τον πότη. Κατά μία άλλη ελληνική εκδοχή, προέρχεται από το αρχαιοελληνικό ιππομάχος. Οι ιππομάχοι ήταν αυτοί που απάρτιζαν το ιππικό του Μ. Αλεξάνδρου.
Επίσης μια ακόμη εκδοχή είναι, το όνομα Πομάκος να προέρχεται από την ελληνική λέξη απόμαχος. Ο Βυζαντινός στρατός ο οποίος άρχισε να υφίσταται, σαν οργανωμένο σύνολο, κυρίως από την εποχή τού Αναστασίου Α’ (491 - 518), περιελάμβανε και τους Απόμαχους. Οι Απόμαχοι ήταν οι στρατιώτες πού απομακρύνονταν μετά το όριο ηλικίας των 40 ετών.


Καταγωγή
Οι χώρες όπου ζουν οι Πομάκοι διεκδικούν την εθνική τους καταγωγή. Τόσο η Βουλγαρία όσο και η Ελλάδα, η Τουρκία αλλά και οι υπόλοιπες χώρες έχουν διεκδικήσει τους Πομάκους, παρουσιάζοντας διαφορετικά ιστορικά στοιχεία προκειμένου να ενισχύσουν τους εθνικούς μύθους προσεταιρισμού τους. Δύο αδιαμφισβήτητα δεδομένα είναι ότι οι Πομάκοι είναι Βουλγαρόφωνοι και είναι μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα. Για την προέλευση των Πομάκων έχουν διατυπωθεί διάφορες αντικρουόμενες θεωρίες:
          Στην Ελλάδα ιστορικοί υποστηρίζουν ότι οι Πομάκοι είναι απόγονοι του Παιονικού φύλου των Αγριάνων. Σύμφωνα με τους Έλληνες ο αρχαίος αυτός θρακικός λαός αναμίχτηκε με ελληνικά φύλα και στη συνέχεια εκσλαβίστηκε γλωσσικά και ασπάστηκε την ισλαμική θρησκεία κατά την οθωμανική περίοδο. Σήμερα η γλώσσα που μιλάνε οι Πομάκοι στην Ελλάδα είναι ουσιαστικά η ίδια σλαβική γλώσσα με την Βουλγάρικη διάλεκτο η οποία ομιλείται στην περιοχή Μαντάν και Ρούντοζεμ (στην Βουλγαρία). Οι Βούλγαροι υποστηρίζουν ότι οι Πομάκοι είχαν Βουλγαρική συνείδηση αλλά λόγω πολιτικής της Ελλάδας τα τελευταία 50 χρόνια, έχουν αποκτήσει την Τουρκική συνείδηση
          Οι Βούλγαροι ιστορικοί θεωρούν τους Πομάκους εξισλαμισμένους Βούλγαρους. Κατά την Σοσιαλιστική Βουλγαρία έγιναν έρευνες με σκοπό να παρουσιαστεί ότι οι Πομάκοι είναι εθνικά Βούλγαροι Σλάβοι χριστιανοί οι οποίοι υιοθέτησαν το ισλάμ στο παρελθόν. Σε αυτή τη θεωρία το αναπάντητο ερώτημα είναι αν οι Πομάκοι έγιναν μουσουλμάνοι ατομικά ή μαζικά αλλά και αν έγινε χρήση βίας για να αλλαξοπιστήσουν. Σύμφωνα με μια άλλη θεωρία Βουλγάρων ιστορικών οι Πομάκοι που συγκεντρώνονταν στην οροσειρά της Ροδόπης αλλαξοπίστησαν στο ισλάμ κατά την οθωμανική αυτοκρατορία, με δική τους πρωτοβουλία, κυρίως για πολιτικούς και οικονομικούς λόγους. Συγκεκριμένα στην θεωρία αναφέρεται ότι οι Πομάκοι ζούσαν σε άγονη περιοχή με περιορισμένη γεωργική παραγωγή. Οι Πομάκοι ως μέλη του χριστιανικού Μιλλέτ είχαν μεγαλύτερη φορολόγηση από την οθωμανική διοίκηση σε σχέση με το Μουσουλμανικό Μιλλέτ. Εδώ αξίζει να σημειωθεί συν τις άλλοις ότι, από τους Κώδικες της Μητροπόλεως Φιλιππουπόλεως, προκύπτει ότι τα μέσα του 17ου αιώνα (το 1628 κατά τους Βούλγαρους, κατ' άλλους το 1636 – 1672) οι πρόκριτοι των Πομάκων, για λόγους επιβίωσης αποφάσισαν ομαδικό εξισλαμισμό. Το γεγονός αυτό αποδέχονται και οι ιστορικοί, ο Τσέχος Κ. Jerecek και ο Βούλγαρος πρώην πρεσβευτής στην Ελλάδα (ελληνικής καταγωγής από την μητέρα του), πρόεδρος της βουλγαρικής βουλής Ν. Todorov. Ειδικότερα, κατά τον προαναφερθέντα Τσέχο ιστορικό, ο εξισλαμισμός που άρχισε σταδιακά τον 16ο αιώνα επί Σελίμ Α (1512 -1520), ολοκληρώθηκε επί Μεχμέτ Δ (1641 – 1661) μετά τα αιματηρά γεγονότα στην κοιλάδα του Τσεπίνου στην Βουλγαρία. Οι Πομάκοι στην Βουλγαρία δεν αναγνωρίζονται ως ξεχωριστή μειονότητα και αναγνωρίζονται μόνο ως Βούλγαροι.
          Κατά τους Τούρκους ιστορικούς είναι "Κουμάνοι" οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Ροδόπης πριν την Οθωμανική κατάκτηση της περιοχής. Τα φύλα αυτά που λόγω της γειτνίασης με Βουλγαρους έμαθαν τη Βουλγαρική γλώσσα με την συνεχή επαφή με τους Βούλγαρους χριστιανούς. Η υπόθεση αυτή απορρίπτεται από σύγχρονες (αρχές 21ου αι.) γενετικές μελέτες.
          Οι Σλαβομακεδόνες ιστορικοί υποστηρίζουν ότι οι Τορμπέςοι είναι Σλαβομακεδόνες οι οποίοι ασπάστηκαν βίαια το Ισλάμ από τους Οθωμανούς.

Σύμφωνα με μια άλλη θεωρία οι Πομάκοι είναι ξεχωριστή εθνότητα. Η Βουλγάρικη γλώσσα οφείλεται στην συχνή επαφή με τους χριστιανούς Βούλγαρους. Σε αυτή τη θεωρία το αναπάντητο ερώτημα είναι παρά το γεγονός ότι είχαν επαφή με τις ελληνικές κοινότητες των Βαλκανίων, γιατί να μην πάρουν ελληνική ή τουρκική ως μητρική τους γλώσσα. Η απάντηση μάλλον βρίσκεται στην ίδια ερώτηση

Σύμφωνα με γενετικές έρευνες, οι Πομάκοι είναι αυτόχθονες πληθυσμοί της Ροδόπης με χαρακτηριστικά απομόνωσης. Σε σύγκριση με άλλους μεσογειακούς πληθυσμούς της περιοχής, βρέθηκε ότι σχετίζονται γενετικά περισσότερο με τους Βουλγάρους και καθόλου με τους Τούρκους.
 
Γεωγραφική εξάπλωση
Οι Πομάκοι κατοικούν στον ορεινό όγκο της Ροδόπης στη Θράκη, καθώς και στην Ανατολική Ρωμυλία στη Βουλγαρία. Η πλειοψηφία των Πομάκων βρίσκεται στη Βουλγαρία και εντοπίζονται περισσότερο στο γεωγραφικό χώρο νότια της Φιλιππούπολης μέχρι βόρεια της Ξάνθης και της Κομοτηνής. Εκτιμάται πως ο πληθυσμός τους ανέρχεται σε 385.000 στην περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης (μέσα σε αυτόν τον αριθμό συμπεριλαμβάνονται και μικρές κοινότητες πομάκων στην ΠΓΔΜ, Αλβανία, Τουρκία κλπ).
Σχετικά με τον πληθυσμό τους στη Βουλγαρία, παρατηρούνται μεγάλες αποκλίσεις σε διαφορετικές εκτιμήσεις που κυμαίνονται μεταξύ 80.000 και 270.000. Κατά την απογραφή του 1992, περίπου 164.000 Μουσουλμάνοι αναγνώριζαν ως μητρική γλώσσα τα βουλγαρικά, ωστόσο ως προς την εθνική τους ταυτότητα αυτοπροσδιορίζονταν ως Βούλγαροι, Βούλγαροι Μουσουλμάνοι ή Τούρκοι. Σύμφωνα με την απογραφή του 2001, 131.531 Βούλγαροι προσδιορίζονταν ως Μουσουλμάνοι. Ο αριθμός των Πομάκων στην Ελλάδα και την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας εκτιμάται πως είναι 40.000. Οι Πομάκοι της Τουρκίας θεωρείται πως έχουν αφομοιωθεί πλήρως.


Ιστορία
Υπάρχουν αρκετές πηγές που δείχνουν ότι ένα μεγάλο μέρος του Μουσουλμανικού πληθυσμού σε ορισμένες περιοχές της Μακεδονίας και των βουνών της Ροδόπης (Πομάκοι) εξισλαμίστηκαν με βίαιο τρόπο από το τουρκικό στρατό. Υπήρξαν δύο περίοδοι εξισλαμισμού: α) η μια περίοδος έγινε το πρώτο μισό του 16ου αιώνα κάτω από τον Σουλτάνο Σελίμ Α΄ (1512-1520) και β) η δεύτερη περίοδος εξισλαμισμού έλαβε χώρα το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα κάτω από τον Σουλτάνο Μωάμεθ Δ΄ (1648-1687).  

Στη Βουλγαρία, ο Μέγας Βεζίρης Κιοπρουλού Μεχμέτ πασάς (1656-1661) απείλησε τους Βούλγαρους της κοιλάδας του Τσεπίνου (στη βορειοδυτική Ροδόπη) ότι αν δε προσέρχονταν στο Ισλάμ, θα εξοντώνονταν. Πράγματι, το 1656 Οθωμανικές δυνάμεις εισέβαλαν στην κοιλάδα του Τσεπίνου, συνέλαβαν τους προύχοντες των Βούλγαρων και τους μετέφεραν στον τοπικό πασά, όπου αναγκάστηκαν με βίαιο τρόπο να υποκύψουν. Ο Μέγας Βεζίρης Μεχμέτ Κιοπρουλού, μετά τον ομαδικό εξισλαμισμό, κατέστρεψε 218 εκκλησίες και 336 παρεκκλήσια στις περιοχές των Βούλγαρων. Τα ερείπια της καταστροφής παραμένουν έως και σήμερα σε πολλά μέρη. Το γεγονός αυτό έχει μείνει ως ανάμνηση στις Πομακικές κοινότητες. Ο εξισλαμισμός δεν έγινε πάντοτε οικειοθελώς. Πολλοί Βουλγαροι Χριστιανοί προτίμησαν να πεθάνουν παρά να εξισλαμιστούν, πηδώντας σε κάποιο βάραθρο. Σημεία θυσίας των Βούλγαρων Χριστιανών αναφέρονται σε πολλές κωμοπόλεις και χωριά των Πομάκων, όπως το Γκούλεμ Κάμεν στη Γλαύκη Ξάνθης, το Μόμτσι Κάμεν στο Ωραίο Ξάνθης, το Τσερβέν Κάμεν στη Μάνταινα Ξάνθης, η κορυφή Μαρίνα στην Αιώρα Ξάνθης, ο βράχος Νεβιάστα στο Σμόλυαν Βουλγαρίας, το Μόμιν Κάμεν στο Ζλάτογκραντ Βουλγαρίας, στην Πάχνη Ξάνθης, στην Κοττάνη Ξάνθης και στη Σιρόκα Λάκα Βουλγαρίας.

Το 1886 η Οθωμανική κυβέρνηση αποδέχτηκε την προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας στη Βουλγαρία.
Στις 16 Αυγούστου του 1913, ξέσπασε το επαναστατικό τουρκικό κίνημα στις περιοχές Κοσούκαβακ (σημερινό Κρούμοφγκραντ Βουλγαρίας), Μαστανλί (σημερινό Μόμτσιλγκραντ Βουλγαρίας) και Κάρντζαλι. Οι επαναστάτες κατέλαβαν επίσης την Κομοτηνή, την Ξάνθη και το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης (Δεδέαγατς). Την 1η Σεπτεμβρίου 1913 ιδρύθηκε στην Κομοτηνή η "Προσωρινή Διοίκηση Δυτικής Θράκης" (Garbi Trakya Hukumet i Muvakkatesi).

Επίσημα η οθωμανική κυβέρνηση δεν συμμετέχει στις παραπάνω ενέργειες, αλλά σύμφωνα με την έρευνα της λεγόμενης Carnegie δημοσκόπησης (Carnegie Report) τα βουλγαρικά χωριά καταστράφηκαν από οργανωμένους βασιβουζούκους και τουρκικό στρατό επειδή χρησιμοποίησαν πολυβόλα και κανόνια. Η Δυτική Θράκη παραδόθηκε στο Βουλγαρικό στρατό στις 30 Οκτωβρίου 1913. Οι επαναστάτες (αν και τούρκοι μουσουλμάνοι) έλαβαν βοήθεια, κυρίως από την Ελλάδα.

Το 1920, κατά τη διάρκεια της οριοθέτησης των νέων συνόρων της Βουλγαρίας και της Ελλάδας με την ανταλλαγή πληθυσμών, οι Πομάκοι θα έπρεπε να εγκατασταθούν στη Βουλγαρία όπως οι υπόλοιποι Βούλγαροι της Θράκης.
Οι Πομάκοι που παραμένουν στην Ελλάδα δεν ήταν επιθυμητοι από τις βουλγαρικές αρχές λόγω τις θηριωδίες που διαπράχθηκαν από αυτούς στο Θρακικό πληθυσμό της Βουλγαρίας κατά τη διάρκεια των σφαγών το 1913.
Ίδιοι οι Πομάκοι επίσης, φοβούνται να μην κριθούν από το Δικαστήριο της Βουλγαρίας, και επιθυμούν να παραμείνουν στην Ελλάδα, ως Έλληνες πολίτες.
Η Συνθήκη των Σεβρών (1920) - The Treaty of Sèvres (French: Traité de Sèvres), δέχθηκε το αίτημά τους και διέταξε τις ελληνικές αρχές να αφήσούν στην Ελλάδα τους Πομάκους που για δικούς τους λόγους δεν μπορούσαν να πάνε στη Βουλγαρία.
Στη Βουλγαρία εγκαταστάθηκαν μόνο οι Πομάκοι από τα χωριά που δεν έχουν συνεργαστεί με τους Τούρκους κατά τη διάρκεια της Γενοκτονίας των βουλγαρών της  Δυτικής Θράκης το 1913.

Την άνοιξη του 1954 η Ελλάδα θέσπισε τον επίσημο χαρακτηρισμό ολόκληρης της μειονότητας ως Τουρκικής και σε αυτό το χαρακτηρισμό συμπεριλάμβανε και τους Πομάκους. Ο νόμος 3065/1954 (ΦΕΚ Α’ 239, 9.10.1954) ήταν ο πρώτος νόμος που ρύθμιζε τα θέματα της μειονοτικής εκπαίδευσης ο οποίος ισχύει μέχρι σήμερα.[50] Στο Νόμο αυτό η Ελλάδα αναγνωρίζει τα σχολεία της μειονότητας ως Τουρκικά. Ο χαρακτηρισμός των Πομάκων ως Τούρκων ήταν στα πλαίσια πολιτικής κατά της κομμουνιστικής Βουλγαρίας και της πιθανής επεκτατικής πολιτικής στην Θράκη και την Μακεδονία. Οι Πομάκοι μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1940 θεωρούνταν από την Ελληνική πολιτική ως πιθανοί συνεργάτες της Σόφιας  μιας και αυτοί βρίσκονται στα σύνορα Ελλάδας-Βουλγαρίας και μιλάνε την γλώσσα τους. Κατά τον εμφύλιο πόλεμο οι γειτονικές κομμουνιστικές χώρες θεωρούνταν απειλή και εφαρμόστηκε πολιτική Τουρκοποίησης των Πομάκων οι οποίοι μιλούν παλαιοσλαβική διάλεκτο (η Πομάκικη θεωρείται διάλεκτος της Βουλγάρικης γλώσσας; αλλιώς, αρχαία βουλγαρική ή εκκλησιαστική σλαβική) και ζούσαν στην παραμεθόριο περιοχή κοντά στην τότε κομμουνιστική Βουλγαρία. Από την δεκαετία του 1990 η Ελληνική κυβέρνηση αλλά και αργότερα εθνικιστικοί κύκλοι (όπως του ΛΑΟΣ) υποστηρίζουν σωματεία και ομάδες Πομάκων οι οποίοι αναδεικνύουν την ανάδειξη της εθνικής ταυτότητας των Πομάκων ως διαφορετική από την ταυτότητα των Τούρκων.